Thursday, December 1, 2016

Data Driven - Experience, by Econsultancy

Many of today’s businesses find themselves overwhelmed by data. 

They are dealing with multiple data sets which are often collected separately, run in silos, and with huge levels of duplication. 
This data is mined on an ad-hoc basis by communications teams operating under antiquated marketing strategies, leading to loss of patience from consumers, as well as a lack of growth and differentiation in the business. 
Marketers are struggling to find the signal among the noise.
Resolving this mess requires a significant shift in both data and marketing strategy.
Unlocking the right data and making it available across your organisation gives you the opportunity to engage with your customers in a more meaningful way than ever before. 
It allows websites to move away from a one-size fits all, homepage-led website, to an individually tailored experience that responds directly to an individual’s specific circumstances, regardless of their point of entry.
The shift to data driven experiences is easier to make than you might think. 
The technological changes required are time consuming, but relatively straight forward. Surprisingly, the greatest challenge is not in new technology, but in the shift of mindset and business processes required to make the most of the data on hand.

Think people, not users

 
It’s not enough to think of customers any more, you must understand your customers as individuals.
But individual identity is a complicated, ever-evolving thing. 
Identities are personal, social, public and private all at once. They frequently resist definition, and although they seem knowable at first glance, they break apart with further inspection.

Getting to know someone well takes time and effort. Whenever a first meeting takes place, a lot of questions are asked to understand who this new person is and how best to relate to them. 
Social context provides many cues for us, but it is only as a relationship deepens and shared experiences are created that the nuance of individual personalities reveal themselves to us.
In our personal lives, our identities coalesce around our names. We might know something about who John is, but if we work with him, do we really know who he is when he's at home, at a bar with his friends, or what’s really going on in his mind?
The digital world gives us a new way in which we can play with, explore, and share our identities. 
The main way we do this is by way of our active digital identities. These are distinguished from passive digital identities in that we control what we put out there. 
 
We actively display our digital identity to the world in a variety of ways:

  • Our profile and posts on social networks such as Facebook
  • Our tweets
  • Professional networking sites such as LinkedIn
  • Blogs
  • The photos we choose to share on photo-sharing sites such as Instagram
  • Selfies
  • The fantasy identities we take up in gaming and virtual realities
However, we are also passive bystanders, producing a conglomeration of information about ourselves, discoverable through search engines. This acts to create a passive online identity.
 
Examples of passive online identities include:

  • The results that arise alongside our names in Google searches
  • Photographs and comments that others post about us on social networks
  • Information about us (accurate or not) that is collected and compiled by online aggregators
  • Information about us that is placed online without our knowledge or consent
  • Personal information outside our control that appears online in a variety of ways 

Active interrogation and passive observation

 
It is critical that a relationship offers the right level of intimacy for the known identity of the individual. Knowing too little will result in wasted effort and misguided messages, knowing too much risks alienation.
In many respects, the level of individual understanding which is achievable through data is directly analogous to the information perceived when a customer walks into a store. 
The shopkeeper profiles the individual. They may know them from previous visits, sees who they spend time with and may even count them as a friend.
Now imagine that the same shopkeeper followed you out of their store and down the street. And that they then stood outside of your house with a pair of binoculars, looking in through your windows, or went door to door asking your friends and neighbours about your interests, likes and dislikes.
You’d find that more than a little creepy. In fact you’d probably call the police.
The difference here is between active interrogation and passive observation. Observing how an individual engages with your product and acting accordingly is very different to actively mining their complete data set. 
A permissive, transparent approach is needed, where by you take steps towards a more complete understanding of the individual, only on the back of deeper user engagement.
Once you have established the right approach to data collection and use, you will need to ensure real time availability. 
This means real time data processing and an approach to infrastructure that places both content and user data on an equal footing at the heart of your business.
If you can do this, you’ll be in a position to deliver on the promise of data driven experiences. 

Πηγή: http://goo.gl/N7tkVp 

Wednesday, July 13, 2016

Το φεγγάρι του Αυγούστου, από τη συγγραφέα Όλγα Ρουβήμ

Κείμενο από το βιβλίο Σταγόνες Στιγμής της Όλγας Ρουβήμ

Η ώρα είναι 8 το βράδυ. Δειλά ξεπροβάλλει το φεγγάρι από το μακρινό λόφο. Με κρυφοκοιτάζει. Σαν να θέλει να μου κάνει έκπληξη, αυτό σκέφτηκα. Μα μόλις δω το χρώμα του καλύτερα, καταλαβαίνω ότι απλά ντρέπεται. Πόσο κοκκίνισε! Τι υπέροχο χρώμα!
Κάνω πως δεν το βλέπω κι αυτό ξεθαρρεύει και ανεβαίνει πιο ψηλά. Του κλείνω το μάτι, σταματώ ό,τι κάνω και του αφιερώνομαι. Κάθομαι στο πεζούλι, ανάμεσα στη νερατζιά και τη μανταρινιά. Μερικά κλαδιά φαίνεται αναρωτήθηκαν για το άρωμα των μαλλιών μου και τα πήραν με τα δάκτυλά τους. Τα ξεμπλέκω προσεκτικά και κοιτάζουμε μαζί το φεγγάρι. Φαίνεται πως και τα δέντρα χαίρονται απόψε!
Η πανσέληνος του Αυγούστου! Με λαχτάρα την περίμενα. Είναι η πιο όμορφη της χρονιάς! Κοιτάζω το φεγγάρι και το καμαρώνω. Όμορφο το συναίσθημα της σιγουριάς. Να ξέρεις ότι και φέτος θα είναι όμορφο, όπως ήταν και πέρσι, όπως ήταν και πριν χίλια χρόνια, όπως θα 'ναι και του χρόνου και σ' έναν αιώνα από σήμερα.
Κάθομαι άνετα και το παρατηρώ. Φαίνεται τόσο κοντά μου. Σε μια στιγμή, ξεχνιέμαι κι απλώνω τα χέρια να το φτάσω. Στ' αλήθεια νόμιζα ότι μπορούσα να το αγκαλιάσω. Θα το 'θελα πολύ!
Αν είχε σχήμα και χρώμα η αγάπη, θα ήταν έτσι!
Ένα φεγγάρι, ολοστρόγγυλο, σφαιρικό! Μ' ένα χρώμα που δεν είναι ούτε κόκκινο, ούτε κίτρινο, ούτε πορτοκαλί. Με μία μορφή που μοιάζει σε πρόσωπο με μελαγχολικά μάτια και ευτυχισμένο χαμόγελο. Μ' ένα δέρμα που σου στέλνει τη ζεστασιά του, χωρίς να σε αγγίζει.
Να σου πω ένα μυστικό; Ήθελα να νιώσω μόνο δική μου την αγάπη του φεγγαριού απόψε. Μα δεν την άντεξα! Είναι τόση πολλή, που δεν χωρά σε καμιά μοναξιά, όσο απέραντη κι αν είναι. Έτσι, άρχισα να τη σκορπώ, να τη μοιράζομαι, να την πολλαπλασιάζω. Με λόγια, χάδια, αγκαλιές, μηνύματα σε κινητά κι ευχές. Να σκεφτείς ότι άφησα για λίγο την ομορφιά της αποψινής νύχτας κι έτρεξα στον υπολογιστή μου για να τη μοιραστώ και μαζί σου. Ναι, μην απορείς! Μ' εσένα που θα μπεις στον κόπο να διαβάσεις το κείμενό μου. Είμαι σίγουρη ότι κάποια στιγμή απόψε, αν κοιτάξεις στον ουρανό, θα δεις το φεγγάρι και θα νιώσεις την αγάπη που φέρνει. Ίσως νιώσεις και τη δική μου καρδιά να χτυπά, σαν μια άγνωστη, κρυφή μελωδία που το μυαλό δεν μπορεί να καθορίσει.
Σε αφήνω τώρα, πάω να χαρώ τη φεγγαράδα, πριν περάσει η νύχτα. Θέλω να νιώσω ακόμα λίγο την αγάπη που δίνεται σ' εμάς απλόχερα.
Εύχομαι κάποτε η καρδιά μου να πάρει μόνιμα το χρώμα του φεγγαριού και να μοιάσω με τη φύση.

Θες λίγο μέλι; από τη συγγραφέα Όλγα Ρουβήμ

Κείμενο από το βιβλίο Σταγόνες Στιγμής της Όλγας Ρουβήμ

Θες λίγο μέλι;
Είναι πολύ γλυκό και νόστιμο.
Σ' εσένα μιλάω. Μη με κοιτάς παραξενεμένα.
Ωραία! Ευτυχώς που σταμάτησες να περπατάς και μου δίνεις λίγη σημασία.
Μη με βλέπεις μικρή, ξυπόλητη και μ' ένα άσπρο φορεματάκι. Δεν είμαι ένα αξιολύπητο πλάσμα. Έχω δυνατά χέρια και μπορώ να σηκώσω το μέλι μου.
Ξέρεις, δεν μπορώ να το αφήσω από τα χέρια μου, αν δεν βρω κάποιον που να θέλει να κρατήσει το μέλι μου. Και μαζί κι εμένα.
Δεν το έφτιαξα μόνη μου, όχι. Ούτε τρύγησα κάποιο μελίσσι.
Το φέρνω από πολύ ψηλά. Ο παππούλης μου το έδωσε. Δε θυμάμαι πότε. Έχει πολλά χρόνια. Ίσως δέκα, ίσως χίλια. Δεν τα ξέρω καλά τα μαθηματικά.
Γιατί με κοιτάζεις πάλι απορημένα;
Θα αναρωτιέσαι φαντάζομαι πως με λένε...
Δεν έχω όνομα ακόμα. Μπορείς να μου χαρίσεις εσύ, όμως, αν θέλεις.
Θες λίγο μέλι;
Διστάζεις να απαντήσεις.
Με το δίκιο σου!
Έλα! Κάθισε εδώ στο βράχο και θα σου πω.
Έρχομαι από πολύ ψηλά. Από τη γη όπου ζούνε οι αγέννητοι άγγελοι. Δεν είναι ακριβώς γη σαν τη δική σας. Είναι μαλακιά και βουλιάζουμε μέσα της. Είναι ατέλειωτη. Έχουμε πάντα μαζί μας ένα βάζο με μέλι. Αυτό το βάζο κάποτε μεγαλώνει και αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρκετό για να το χαρίσουμε σε δυο ανθρώπους. Ναι, συνήθως τουλάχιστον δυο. Σε αυτούς που θέλουν λίγο μέλι.
Ερχόμαστε κάτω στη γη σας και αρχίζουμε να ψάχνουμε. Πολλές φορές, είμαστε τυχεροί και βρίσκουμε μια γυναίκα και έναν άντρα που μας θέλει.
Ρωτάμε: Θες λίγο μέλι;
Κι αυτοί απαντάνε: Ναι! Θέλουμε πολύ να έχουμε λίγο μέλι.
Τότε, δίνουμε το βάζο με το μέλι κι αυτοί μας δίνουν για αντίδωρο ένα σώμα.
Και γινόμαστε κι εμείς άνθρωποι! Γινόμαστε παιδιά!
Δεν μου είπες...
Θες λίγο μέλι;
Κάποιοι, βέβαια, δεν καταλαβαίνουν τι γίνεται. Μόλις πάρουν το μέλι, ψάχνουν στις τσέπες να βρουν λεφτά να μας πληρώσουν. Μα που να μας βρουν;
Και μετά, όταν γεννηθούμε και γίνουμε παιδιά, νομίζουν ότι αυτοί μας έφτιαξαν, ότι είμαστε δημιούργημά τους.
Κάποιοι από αυτούς κρατάνε το μέλι και το απολαμβάνουν με αγάπη. Κι έτσι, παρόλο που νιώθουν ότι είμαστε κτήμα τους, μας συμπεριφέρονται αρκετά καλά.
Κάποιοι άλλοι που πήραν το μέλι επειδή μας λυπήθηκαν ή επειδή ήθελαν απλά να το αγοράσουν, το αφήνουν εκεί στο πάνω ράφι της αποθήκης, χωρίς καν να το αγγίξουν. Και ξεχνάνε ότι στα παιδιά πρέπει να συμπεριφέρονται πάντα γλυκά και τρυφερά.
Είναι τόσοι πολλοί εκείνοι που λαχταρούν το μέλι μας. Μόλις το πάρουν στα χέρια τους, αρχίζουν να το δοκιμάζουν και δεν μπορείς να φανταστείς τη χαρά τους. Τα πρόσωπά τους φωτίζονται. Τα μαλλιά τους γίνονται λαμπερά. Τα μάτια τους, τα πιο γλυκά του κόσμου.
Το ξέρεις, όμως, ότι υπάρχουν κι εκείνοι που μπορούν να δουν; Μπορούν να αναγνωρίσουν το αγγελάκι στο πρόσωπο του βρέφους που κρατάνε στα χέρια τους. Και είναι πολύ συγκινημένοι. Ξέρουν ότι το βρέφος είναι δικό τους, χωρίς να είναι κτήμα τους. Είναι μικρό και ανυπεράσπιστο και θα το βοηθήσουν και θα το μεγαλώσουν χωρίς να παραπονεθούν. Γιατί να παραπονεθούν για μια ευλογία που τους χαρίστηκε τόσο απλά, όπως θα τους χάριζε κάποιος ένα βάζο μέλι; Μια ευλογία που θα τους κάνει να δέχονται, να κατανοούν, να σέβονται. Να δουν πέρα από τον εγωισμό και το προσωπικό τους συμφέρον.
Δεν μου απάντησες ακόμα...
Θες λίγο μέλι;